ΟΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ των ανθρώπων έχουν τρομακτικά ονόματα που ερεθίζουν το χάος και, με το ελάχιστο, τρομάζουν το Θεό: Η ΑΝΑΓΓΕΛΙΑ: Τότε η κόρη είπε με κόπο. Εθνική γυναίκα γιατί επάνω στο μέτωπό της έχει φυλαγμένο ένα θρύμμα από πόλη. Το μέτωπό της είναι υπερβολικά μεγάλο και φαλακρό. Στη μέση κι ανάμεσα στους στρογγυλούς λόφους του μετώπου είναι σκαλισμένο βαθιά. Άνοιγε και έβγαινε ένα κομμάτι από απλή πέτρα των χωμάτων είχε μπηχτεί εκεί και ήταν φυτεμένη. Όπως το τρύπημα αυτιών των κοριτσιών κι η πέτρα έδενε απαλά με το δέρμα και με το κόκκαλο κι όλο εκείνο το κεφάλι έμοιαζε με την Έφεσο. Θησαύρισμα από την ουσία λίθος κι είπε αγωνιώντας οι άνθρωποι δεν θα ενωθούν με τον κόσμο. Η γυναίκα αυτή πέθανε αμέσως!..Διστακτικές περιφέρονται αυτές οι γυναίκες και μοιρασμένες να προφυλάξουν τον ουρανό (από το βιβλίο του Γιώργου Χειμωνά «ΟΙ ΧΤΙΣΤΕΣ», Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ 1979- kolaz byJELLYANNADARLING voice of candy blue )
Απομακρύνθηκε ο ορίζοντας. Η ζωή φάνηκε πρώτα στους τοίχους που ήταν αλειμμένοι μ’ ένα υλικό σαν σημασία. Αλλού οι τοίχοι εξογκώνονταν και εξείχαν σα να γεννούσαν αγάλματα κι άμορφα ακόμα που μόλις σχηματίζονταν κρέμονταν από τους τοίχους. Αργά κατέβαινε ο ουρανός. Υπέροχος κεφαλόδεσμος από λοξά βαριά καλύμματα λύθηκαν κι έπεφταν αργά για να φανεί ξανά πόσο καλό είναι το φως. Ο κόσμος να γίνει εικόνα. Αυτή θα είναι η τελευταία ζωή των ανθρώπων να τους σκεπάσει μια εικόνα! Ιδού…
Ορφανή την περιτριγύριζε η άλλη.Με δυσπιστία την άγγιζε κι έψαχνε να βρει έναν κρυφό τόπο της πεθαμένης. Ανίχνευε να δει πού είναι ο θάνατος. Σήκωνε ένα χέρι κι έπεφτε βαρύ μ’ εκείνον τον μπουκωμένο γδούπο του θανάτου και αυτή δεν καταλάβαινε. Τρέμοντας μελετούσε τη νεκρή κι ο νους της δεν χωρούσε. Με αγανάκτηση τράνταζε τα μέλη κι απορούσε. Μετά στεκόταν άπρακτη. Κοίταζε γύρω έκπληκτη και πάλι εξανάρχιζε. Αυτή η γυναίκα έχει μιαν ιερή ηλιθιότητα. Φοβερή στην όψη αλλά τρομαγμένη και από μιαν άπληστη σεμνοτυφία έχει παραγεμίσει όλες τις γωνίες του σώματός της. Να γίνει όλο το σώμα της ίσιο και ομοιωμένο κι είχε γεμίσει όλα τα βαθουλώματα μ’ ένα αδρό βαμβάκι . Έτσι εκρύφτηκε ο ανώμαλο πρόσωπο του ανθρώπου.
Άλλο δεν έχει στον κόσμο παρά το λόγο της αδελφής της και σ’ αυτόν συνέχεια επιστρέφει.Πάει να φύγει αλλά τρομάζει και ξαναγυρνά στον λόγο εκείνης. Σαν ένα ζώο όλο τριγυρνούσε κι έσκυβε και μύριζε το λόγο της νεκρής και ύστερα μιλούσε τώρα αυτή θα μασήσει τις άσπαστες λέξεις της. Κάθεται κι εξετάζει. ένα. δύο. Μετά χωρίστηκε στα δύο. Το μέρος που δεν είναι άνθρωπος και το μέρος που είναι άνθρωπος. Μετά που χωρίστηκαν ό,τι δεν είναι άνθρωπος έκλεισε κι έγινε σκληρό. τρία. τρίτη γεννήθηκε η έρημος. Έρημος ονομάζεται ό,τι χωρίζει αυτό που είναι άνθρωπος από αυτό που δεν είναι άνθρωπος. Έγιναν όλα τρία αλλά ό,τι είναι άνθρωπος θέλει να ενωθεί με ό,τι δεν είναι άνθρωπος. τέσσερα.
Κόσμος είναι ό,τι δεν είναι άνθρωπος.Ο κόσμος έχει την ανάγκη. Ανάγκη ονομάστηκε γιατί αναγκάζεται. Κρύα και παγωμένη φυσά και κατεβαίνει από την φτωχούλα τη σερβία. Έχει αρσενικό όνομα ο Βαρδάρης. πέντε. αυτό που υπάρχει αναγκάζεται από αυτό που υπάρχει. Αυτό που υπάρχει αναγκάζεται από αυτό που δεν υπάρχει. έξη. παθαίνει ο κόσμος κι αυτή είναι η μοίρα του να παθαίνει. Έχτη ξημέρωσε η μοίρα του κόσμου ημέρα Παρασκευή. εφτά. αλλά η μοίρα του ανθρώπου είναι η πράξη Σάββατο.
ένα. καμία πράξη δεν εμπιστεύτηκε ο κόσμος στους ανθρώπους.Γιατί ο άνθρωπος χωρίζοντας από τον κόσμο αποκλείστηκε από την ανάγκη. Από την ανάγκη προπαντός εχωρίστηκε. δύο. Τότε παρουσιάστηκε στο μέρος που είναι ο άνθρωπος η ψυχή του ανθρώπου. Ψυχή είναι η ψυχή του εσφαγμένου. Η ψυχή ονομάστηκε Αύξηση επειδή εξογκώνει με τη βία τις πράξεις των ανθρώπων και με επιθυμία μεγαλώνει τα σώματα των ανθρώπων για να τα ενώσει ξανά με τον κόσμο. Προπάντων με την ανάγκη να ενωθεί. Αυτές είναι δύο φυσικές δυνάμεις.
Η ανάγκη είναι του κόσμου και η αύξηση είναι του ανθρώπου. τρία. πέθανε η αδελφή της η Κυριακή. Κλείσε πάλε κλείσε κλείσου! μικρό πραγματάκι κλείσε τα μαλακά σου φύλλα. Μόλις που τα ακουμπά αυτή κι απαλά κι απαλά τα ακούμπησε αυτή και τώρα φεύγει και σ’ αφήνει αυτή πάει κι αποτραβιέται και πια δεν θα ξαναφανεί
όποιο κι αν είναι το τέλος του πολέμου
το αληθινό τέλος του πολέμου είναι δικαιοσύνη είπε η γυναίκα με σπαραγμένη ανακούφιση.
[Μια απροσδόκητη αναγέννηση φύσηξε απότομα πάνω από σφαγές λαών κι αδιάφορη για τις σφαγές. Θα παρουσιαστεί με τη βία όπως η καταστροφή σαν εξουσία δόξας. Εκεί που όλα τελειώναν των ανθρώπων προτού το τέλος ο κόσμος ετελείωνε αρχινώντας. Αλλά οι άνθρωποι αποστρέφονται αυτή την τελευταία Αναγέννηση. Σφαδάζουν και δοξάζονται υποφέροντας. Η αναίτια Αναγέννηση ανασηκώνει από κάτω τους ανθρώπους σαν στέψη λογχισμένων. Μια αφύσικη αναζωογόνηση θα τους διεγείρει. Αλλά η μοίρα των ανθρώπων αντιστέκεται. Η φύση τους συντρίβεται κι έτσι ρημαγμένη υψώνεται. Από τη σύμφυρση τέλους κι αρχής. Από την εναντίωση των ανθρώπων γεννιέται ο εξής αιώνας οι άνθρωποι όρθιοι- Γιώργος Χειμωνάς, αποσπάσματα από το βιβλίο ΟΙ ΧΤΙΣΤΕΣ]