Με παραισθήσεις υποφέροντας ο κήρυκας αισθάνθηκε να διαιρείται… Αισθάνεται να ανήκει. Ανήκε σ’ ένα γείσο κρεμαστών ανθρώπων. Οπλισμένοι με ό,τι γυμνότερο έχει ο άνθρωπος. Αλλά και πιο πολύ γυμνότερος είναι ο λόγος. Όλοι εκοίταζαν προς το μέρος των ανθρώπων. Η εσωτερική αναγγελία τους έκαμνε πυκνό και κρίσιμο βλέμμα. Τα μάτια στερεωμένα πάνω στα μέτωπα με μεγάλες μαύρες βελονιές. Βαμμένα από τα δάκρυα του ερχομού κι ωστόσο σαν χρυσά. Ανοιχτά εγκαύματα και σκάμματα του προσώπου όπου μαζεύεται ο έλαιος των εικονισμάτων. Ο ισχυρός ερχομός παραμόρφωνε το πρόσωπο του κήρυκα ώστε να παίρνει την όψη μιας απερίγραπτης κακουργίας (από το βιβλίο του Γιώργου Χειμωνά «ΟΙ ΧΤΙΣΤΕΣ», Εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ 1979 – ARTbyfalckenhausfranz )
Απομακρύνθηκε ο ορίζοντας. Η ζωή φάνηκε πρώτα στους τοίχους που ήταν αλειμμένοι μ’ ένα υλικό σαν σημασία. Αλλού οι τοίχοι εξογκώνονταν και εξείχαν σα να γεννούσαν αγάλματα κι άμορφα ακόμα που μόλις σχηματίζονταν κρέμονταν από τους τοίχους. Αργά κατέβαινε ο ουρανός. Υπέροχος κεφαλόδεσμος από λοξά βαριά καλύμματα λύθηκαν κι έπεφταν αργά για να φανεί ξανά πόσο καλό είναι το φως. Ο κόσμος να γίνει εικόνα. Αυτή θα είναι η τελευταία ζωή των ανθρώπων να τους σκεπάσει μια εικόνα! Ιδού…
Ο Μάρτιος και ο αδένας του μελιού.Ο φύλακας και τα άγνωστα ερείπια του ουρανού που τα λέμε άστρα. Το δένδρο ελιά και το βράδυ του θανάτου. Η καρδιά που παραμονεύει πάντα ακίνητη να είναι με τα σφαγμένα ζώα της νύχτας. Το λευκό πρωί να είναι ήσυχα ζευγμένο στον άγριο πόλεμο. Η σιωπή να πάει με το βουλιαγμένο μέτωπο του αλόγου και η σιωπή. Με τη μεγάλη καμπάνα που έπεσε στη γη κι εκεί κοιμάται ο επιληπτικός Δικαίος. Η έχιδνα κι ο χορευτής ο κόκκινος και ο νεκρός η χαρισμένη και η μελανή. Αφού τα κανονίσει όλα αυτή η ειρήνη που μανιακά συναρμολογεί.
Ανεπαίσθητα ελευθερώνονται κάτι μορφές.Ακίνητες και καθαρές με μιαν αχνισμένη λαμπρότητα. Σαν καθαρισμένες με μιαν αχνισμένη λαμπρότητα. Σαν καθαρισμένες με σκληρή δουλειά τρίβοντας. Τώρα οι μορφές είναι επιφάνειες πολύ μεγάλες έφραζαν το νου. Δεν ξέρουν από ονόματα δεν πρόλαβαν την ομιλία. Λιγοστές μία ή δύο σα να χερσεύουν όλη τη γη. Θεόρατες άγιες των ποιημάτων στέκονται πελεκημένες και βουβές με μιαν ασάλευτη μανία. Οστά από μεγάλες αισθήσεις που ξαφνικά τις ξέθαψε μία βροχή. Παρουσιάζονται έξαφνα οι μορφές και κυριεύουν το νου. Αδυνατισμένον από το έργο εκείνης της ειρήνης και τώρα με τις μεγάλες όψεις των θέλουν με τη βία να τον αντιπροσωπεύουν. Η θέα τους είναι αυστηρή γιατί κέρδισαν με αίμα τη σιωπή τους και δικαιώθηκαν μ’ έναν τρόπο απόκρημνο. Οι μορφές που εκατέλαβαν το νου του κήρυκα είναι δύο. Η μορφή ότι έρχεται προς τους ανθρώπους. Και η μορφή ότι εστεκόταν αντίκρυ από τους ανθρώπους. Τίποτε άλλο δεν σημαίναν αυτές οι δύο μορφές. Αναίσθητες κι ανίδεες εσφετερίστηκαν όλη του τη ζωή…
Ανάμεσα στους οπλισμένους που φύλαγαν το πλήθος έτρεχαν οι κόρες του κήρυκα.Με βιασύνη περνάν και φεύγουν και ξαναφαίνονται κι αδιάκοπα χάραζαν γύρω του μιαν αδιόρατη τροχιά μέριμνας κι από αυτήν κυρίως τις εκατάλαβε. Παρόλο που δεν τις έχει ξαναδεί τις υποδέχθηκε πως ήταν δικές του κόρες. Μειλίχιες και δραματικές από καιρό τον περικύκλωναν και στέκονταν μακριά. Κρύβονταν όταν γυρνούσε να τις δει. Με μακρινές χειρονομίες στον αέρα σα νοερές αγκύλες όσων του παράγγελλαν από μακριά. Αλλά τώρα εξαιτίας μιας σοβαρής αιτίας αναγκάστηκαν να παρουσιαστούν. Ξαφνικά ο κήρυκας διαισθάνθηκε πως η αιτία είναι για να τον εξευμενίσουν.
Γυναίκες μεγαλόσωμες και μυθικές φοράν πολλά και μακριά φορέματα σαν αράχνες.Αλλά επιβλητικές και εκθαμβωτικές και δύο είχαν κατακόκκινα μαλλιά. Τον πλησίασαν αργά με έγνοια. Με μια πρόωρη αγωνία να τον εμποδίσουν και να απαλύνουν. Σέβονται τον κήρυκα αλλά τον υπονομεύουν. Διστακτικές περιφέρονται αυτές οι γυναίκες και μοιρασμένες να προφυλάξουν τον ουρανό. Να προστατεύσουν τους ανθρώπους από τον κήρυκα. Να αποβιβάσουν τον κήρυκα στους ανθρώπους. Να τον λογοκρίνουν και να προλάβουν την ταραχή του θεού γιατί με το ελάχιστο ο θεός τρομάζει. Να πραΰνουν την λύπη των ανθρώπων γιατί είναι φιλάνθρωπες και προστάτριες των ανθρώπων. Είναι δεισιδαίμονες και γνωρίζουν πως οι καταστάσεις των ανθρώπων έχουν τρομαχτικά ονόματα που ερεθίζουν το χάος. Το εξαγριώνουν και τότε αρχινάν να περιχύνονται τα καυστικά του αίματα. Η κατάσταση ετοιμασίας του κήρυκα και το επικίνδυνο όνομά της η Ετοιμασία. Η κατάσταση της αναγγελίας κι αυτό το όνομα Αναγγελία.
[Μια απροσδόκητη αναγέννηση φύσηξε απότομα πάνω από σφαγές λαών κι αδιάφορη για τις σφαγές. Θα παρουσιαστεί με τη βία όπως η καταστροφή σαν εξουσία δόξας. Εκεί που όλα τελειώναν των ανθρώπων προτού το τέλος ο κόσμος ετελείωνε αρχινώντας. Αλλά οι άνθρωποι αποστρέφονται αυτή την τελευταία Αναγέννηση. Σφαδάζουν και δοξάζονται υποφέροντας. Η αναίτια Αναγέννηση ανασηκώνει από κάτω τους ανθρώπους σαν στέψη λογχισμένων. Μια αφύσικη αναζωογόνηση θα τους διεγείρει. Αλλά η μοίρα των ανθρώπων αντιστέκεται. Η φύση τους συντρίβεται κι έτσι ρημαγμένη υψώνεται. Από τη σύμφυρση τέλους κι αρχής. Από την εναντίωση των ανθρώπων γεννιέται ο εξής αιώνας οι άνθρωποι όρθιοι- Γιώργος Χειμωνάς, αποσπάσματα από το βιβλίο ΟΙ ΧΤΙΣΤΕΣ]